Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2023

Βασιλίτσα - σύμπραξη με ιδιώτες (μέρος 2ον)

Σε συνέχεια του προηγούμενου σημειώματος, σχετικά με την προώθηση σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για τη λειτουργία του Χιονοδρομικού Κέντρου της Βασιλίτσας, χρειάζεται να δοθούν κάποιες περαιτέρω διευκρινίσεις, για να απαντηθούν και κάποια ζητήματα που τέθηκαν στον δημόσιο διάλογο.

Πρέπει να υπομνησθεί ότι το Χιονοδρομικό Κέντρο παρέχει στους χρήστες του κατά βάση ψυχαγωγικές υπηρεσίες - τη δυνατότητα άθλησης/ σκι. Δεν παρέχει κάποιο αγαθό ή υπηρεσία από αυτά που το κράτος οφείλει να διασφαλίσει στους πολίτες του (όπως η παιδεία ή η υγεία). Επομένως, δεν υπάρχει κάποιος αποχρών λόγος που να επιβάλλει τη λειτουργία του από δημόσιο φορέα. 

Αυτό, φυσικά, δεν σημαίνει ότι η λειτουργία του είναι αδιάφορη για την τοπική κοινωνία, καθώς οι χρήστες του έρχονται στον τόπο μας, γνωρίζουν τον τόπο μας, ξοδεύουν στον τόπο μας (τουλάχιστον για το φαγητό και τη διαμονή του). Έχουμε κάθε συμφέρον για περισσότερους χρήστες του Χιονοδρομικού Κέντρου και, μάλιστα, με τη μεγαλύτερη δυνατή οικονομική επιφάνεια. Μιλώντας καθαρά εμπορικά, αυτή είναι ούτως ή άλλως και η επιδίωξη του όποιου φορέα έχει την ευθύνη λειτουργίας του Χιονοδρομικού Κέντρου. Κοντολογίς: την τοπική κοινωνία, εμάς δηλαδή, μας συμφέρει να λειτουργεί το Χιονοδρομικό Κέντρο αυτός που μπορεί να προσελκύσει όσο περισσότερο κόσμο μπορεί.

Το ερώτημα, στη συνέχεια, είναι απλό: περισσότερο κόσμο μπορεί να προσεγγίσει ένας δημόσιος φορέας ή ένας επιχειρηματίας του χώρου, που ξέρει πώς λειτουργούν τα χιονοδρομικά κέντρα, πώς γίνεται η διαφήμιση, ποιες υπηρεσίες έχουν ζήτηση, πώς αυτές μπορούν να πωληθούν καλύτερα (και, κατ' επέκτασιν: μας συμφέρει το Χιονοδρομικό Κέντρο να το διαχειρίζεται δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας); Δεν νομίζω να υπάρχει κάποιος που να υποστηρίζει σοβαρά ότι στο Δημόσιο υπάρχει (ή οφείλει να υπάρχει) η τεχνογνωσία για μια καθαρά εμπορική εκμετάλλευση. 

Αλλά, εκτός από την έλλειψη τεχνογνωσίας, το Δημόσιο έχει κι άλλες δυσκολίες σε μια αμιγώς εμπορική εκμετάλλευση - εάν διαπίστωνε, λ.χ., ότι υπάρχει κάποιο ενδιαφέρον στην αγορά της Θεσσαλονίκης για ένα συγκεκριμένο Σαββατοκύριακο, πόσο σύντομα θα μπορούσε να ετοιμάσει μια τοπική και περιορισμένης χρονικής διάρκειας διαφήμιση; Εάν ερχόταν ένα τουριστικό γραφείο με μια συμφωνία για ένα καλό «πακέτο» χρηστών στα όρια της off-season με μια έκπτωση στο εισιτήριο, πόσο εύκολα θα μπορούσε ένας δημόσιος φορέας να αξιοποιήσει αυτή την προσφορά; Σκεφθείτε μόνο τον δημόσιο υπάλληλο που θα υπέγραφε έγγραφο, με το οποίο τα εισιτήρια για το πακέτο αυτό θα περιείχαν έκπτωση: τι ευθύνες θα αναλάμβανε, τι κινδύνους να μηνυθεί για απιστία και παράβαση καθήκοντος, θα έπρεπε να αποδείξει σε Εισαγγελέα και σε Δικαστήριο ότι η επιλογή αυτή είναι συμφέρουσα. Δεν αναφέρομαι καν στις εργασιακές σχέσεις: για πόσο χρόνο, με ποια κριτήρια επιλογής, τη διαμεσολάβηση του ΑΣΕΠ που θα βάρυνε ένα δημόσιο φορέα κ.λπ.

Επομένως, το κύριο ερώτημα - αν μας συμφέρει να είναι δημόσιο ή «ιδιωτικό» το Χιονοδρομικό Κέντρο, απαντάται εύκολα: μας συμφέρει να είναι ιδιωτικό, πρέπει να το επιδιώκουμε και θα ωφεληθούμε όταν αυτό γίνει.

Το δεύτερο ερώτημα στον δημόσιο διάλογο είναι η ειδικότερη μορφή που θα λάβει η σύμπραξη με τον ιδιώτη. Εκεί προβάλλεται ως παράπονο ότι έγινε εν λευκώ εκχώρηση των σχετικών αρμοδιοτήτων στο ΤΑΙΠΕΔ, χωρίς να ερωτηθεί η τοπική κοινωνία. Όμως το παράπονο αυτό είναι αβάσιμο, λόγω της πολύ τεχνικής φύσης που έχει μια διαδικασία σύμπραξης με τον ιδιωτικό τομέα.

Η σύμπραξη, όπως αναφέρθηκε και στο προηγούμενο σημείωμα, μπορεί να πάρει πολλές μορφές. Από την απλή εκμίσθωση μέχρι τη σύσταση εταιρείας ειδικού σκοπού με μετόχους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς (και πλειοψηφία στους ιδιωτικούς φορείς), δυνατότητα που προβλέπεται από τον βασικό νόμο περί ΣΔΙΤ (ν. 3389/2005) ή και με σύμβαση παραχώρησης, σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις του ν. 4413/2016. Για να ληφθεί η σχετική απόφαση πρέπει να προηγηθεί μια πρώτη έρευνα της αγοράς: με ποιες μορφές θα ενδιαφέρονταν να συμπράξουν οι πιθανοί επενδυτές. Δεν μπορεί να γίνει προκήρυξη κάποιου διαγωνισμού (ή κάποιας μίσθωσης), εάν δεν ξέρει ο φορέας που θα κάνει την προκήρυξη με ποιον τρόπο θα προσελκύσει επενδυτές. Με άλλα λόγια, η απόφαση αυτή δεν είναι πολιτική, αλλά τεχνική. 

Εξ άλλου, εντελώς τεχνική διαδικασία είναι και η πλήρης και ειλικρινής καταγραφή της σημερινής κατάστασης, η οποία θα παρουσιασθεί στους επενδυτές. Και η καταγραφή αυτή, σε σχέση με τη γνώση της αγοράς, οδηγεί στην κατάλληλη επιλογή σχήματος σύμπραξης με τον ιδιωτικό τομέα. Από την καταγραφή αυτή, για παράδειγμα, θα φανεί τι είδους επενδύσεις χρειάζονται - άμεσες, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες. Θα κριθεί επίσης τι αντισταθμιστικά οφέλη μπορούν να αξιωθούν από τον επενδυτή, αλλά και τι εργαλεία χρηματοδότησης θα είναι απαραίτητα. Αντιστοίχως: τι απαιτήσεις θα έχουμε για την τεχνική και χρηματοοικονομική επάρκεια των υποψηφίων επενδυτών; Πώς θα διασφαλισθεί ότι ο επενδυτής δεν θα είναι οικονομικά αδύναμος, με κίνδυνο να παρατήσει το έργο στη μέση και να κλείσει το Χιονοδρομικό Κέντρο; Η διαμόρφωση του διαγωνιστικού πλαισίου που περιλαμβάνει όλα τα παραπάνω είναι και αυτή μια πολύ τεχνική, και όχι πολιτική, διαδικασία, που απαιτεί μεγάλη εξειδίκευση. Αν η διαγωνιστική διαδικασία διαμορφωθεί με πολιτικά και όχι αυστηρά τεχνοκρατικά κριτήρια, τότε υπάρχουν δύο κίνδυνοι: είτε να τεθούν όροι που δεν θα προσελκύσουν κανέναν επενδυτή, είτε να τεθούν όροι που δεν θα διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα της επένδυσης. Και τα δύο θα είναι επί ζημία της κοινωνίας και του τόπου μας.

Στην Ελλάδα δεν υπάρχει φορέας πιο εξειδικευμένος στην αναζήτηση επενδυτών και στην επιλογή και διαμόρφωση κατάλληλου διαγωνιστικού πλαισίου από το ΤΑΙΠΕΔ. Για τον λόγο αυτό πρέπει να είμαστε απολύτως ευτυχείς με την επιλογή του φορέα.

Στη συζήτηση αναφέρθηκε και ότι μπορεί να δοθεί στον επενδυτή η δυνατότητα να κτίσει και να λειτουργήσει δικό του ξενοδοχείο, κάτι που θα πλήξει τα ήδη εγκατεστημένα ξενοδοχεία. Η αντίρρηση αυτή είναι εσφαλμένη για πολλούς λόγους. Κατά πρώτον, αλίμονο εάν όλοι οι χρήστες του Χιονοδρομικού Κέντρου που θέλουν να διανυκτερεύσουν χωρούν  μόνο σε ένα ξενοδοχείο. Αυτό θα σημάνει την πλήρη αποτυχία του εγχειρήματος. Κατά δεύτερον, είναι πολύ καλύτερο να παρασχεθεί στον επενδυτή η δυνατότητα για δική του πηγή εσόδων, παρά δημόσιο χρήμα, για να κάνει την επένδυση, εάν αυτή αποδειχθεί πολύ ακριβή. Κατά τρίτον, η επιτυχημένη λειτουργία του Χιονοδρομικού Κέντρου θα φέρει τόσο περισσότερο κόσμο, που τα ξενοδοχεία της περιοχής θα έχουν πολύ μεγαλύτερο, συνολικά, όφελος, από την ενδεχόμενη απώλεια πελατείας από ένα ακόμη ξενοδοχείο που θα λειτουργήσει στην περιοχή. Ίσα-ίσα που θα καταστήσει την περιοχή ακόμη πιο ελκυστική, αφού οι χρήστες του Χιονοδρομικού Κέντρου θα ξέρουν με μεγάλη πιθανότητα ότι θα έχουν τη δυνατότητα να διανυκτερεύσουν στον τόπο μας.

Τέλος, μια ακόμη απάντηση στις κραυγές για «ξεπούλημα»: η ανάθεση της λειτουργίας του χιονοδρομικού κέντρου σε επενδυτή, είτε με τη μορφή της μίσθωσης, είτε με άλλη μορφή σύμπραξης, δεν σημαίνει την πώληση (ή απώλεια) της γης. Σημαίνει την επωφελέστερη αξιοποίησή της από φορέα που κατά τεκμήριο θα οδηγήσει σε αύξηση της επισκεψιμότητας με όλες τις ευνοϊκές συνέπειες για τον τόπο. Το μόνο που μας έφερνε η δημόσια ιδιοκτησία και λειτουργία του Χιονοδρομικού Κέντρου ήταν τα εισιτήρια - τα οποία δεν κάλυπταν πάντα τις σχετικές δαπάνες, με αποτέλεσμα συχνά ο σημερινός φορέας διαχείρισης του Κέντρου να είναι (στο παρελθόν) ελλειμματικός. Αλλά το όφελος της κοινωνίας από το Χιονοδρομικό Κέντρο δεν είναι τα εισιτήρια - είναι οι άνθρωποι που θα φάνε, θα πιουν και, κυρίως, θα γνωρίσουν και θα αγαπήσουν τον τόπο μας. Με την κατάλληλη λειτουργία του το Χιονοδρομικό Κέντρο της Βασιλίτσας μπορεί να ξαναγίνει η καλύτερη διαφήμιση του Νομού μας - και αυτή η προσδοκία μας προχωρά κατά ένα βήμα προς την πραγματοποίησή της με την πρόσφατη τροπολογία.

Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2023

Χιονοδρομικό κέντρο Βασιλίτσας: επιτέλους σύμπραξη με ιδιώτες!

Φαίνεται ότι αρχίζει να υλοποιείται η εξαγγελία του Πρωθυπουργού για λειτουργία του Χιονοδρομικού Κέντρου Βασιλίτσας με Σύμπραξη Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) (ο Πρωθυπουργός δήλωσε: «Δε μπορώ να σκεφτώ τη συνέχιση του Χιονοδρομικού Κέντρου της Βασιλίτσας χωρίς ΣΔΙΤ»). Οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν είναι οι αναμενόμενες, καθώς υπάρχει η πλευρά που έσπευσε να μιλήσει για «ξεπούλημα», αλλά και οι πολίτες που λένε «επιτέλους, άργησε κιόλας!». Έχει μια σημασία ότι οι πλευρές αυτές δεν ταυτίζονται με αντίστοιχες κομματικές προελεύσεις, δηλαδή στη δημόσια και την ιδιωτική σφαίρα βρίσκονται πολιτικοί φίλοι της Κυβέρνησης που γκρινιάζουν για την ιδιωτικοποίηση, αλλά και ψηφοφόροι των κομμάτων της αντιπολίτευσης που την βλέπουν ως τη μόνη λύση.
Η σύμπραξη του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα εδώ μπορεί να λειτουργήσει με πολλές μορφές. Η πιο απλή είναι να εκμισθωθούν οι εγκαταστάσεις του Χιονοδρομικού Κέντρου για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα - μεγάλο, ώστε ο ιδιώτης που θα νοικιάσει τις εγκαταστάσεις να έχει τον χρόνο να κάνει επενδύσεις, των οποίων την αξία θα αποσβέσει κατά τη διάρκεια της μίσθωσης. Σε μια τέτοια περίπτωση το ενοίκιο μπορεί να είναι είτε ένα σταθερό ποσό, είτε ένα μέρος των κερδών, είτε ένας συνδυασμός των δύο, ενώ τίθενται και όροι για την ελάχιστη επένδυση που πρέπει να κάνει ο μισθωτής, η οποία προσδιορίζεται χρηματικά (πόσα χρήματα θα επενδύσει) και ποιοτικά/ ποσοτικά (ποιες εγκαταστάσεις θα επισκευάσει/ αναβαθμίσει ή ποιες καινούργιες θα κάνει). Οι συμβάσεις αυτές έχουν κι άλλες λεπτομέρειες, όπως, λ.χ., εάν οι δαπάνες για τις επενδύσεις θα συμψηφίζονται με το μίσθωμα, ποιος θα ελέγχει τις προδιαγραφές ασφαλείας του χιονοδρομικού κέντρου, πόσο καιρό θα λειτουργεί τον χρόνο κατ' ελάχιστον, και ενδεχομένως να περιέχουν και κάποιες προβλέψεις για αντισταθμιστικά μέτρα για την περιοχή, λ.χ. μπορεί να προβλέπεται ότι ο επενδυτής θα βελτιώσει με δικές του δαπάνες μέρος του οδικού δικτύου που δίνει πρόσβαση στο χιονοδρομικό κέντρο.
Μια δεύτερη μορφή συνεργασίας είναι η δημιουργία μιας εταιρείας ειδικού σκοπού, στην οποία ο ιδιώτης θα έχει την πλειοψηφία ή το δικαίωμα διοίκησης για ένα σημαντικό, πάλι, χρονικό διάστημα. Και εκεί τίθενται αντίστοιχες προβλέψεις με αυτές που αναφέρθηκαν παραπάνω, για την περίπτωση εκμίσθωσης, οι οποίες όμως δεν θα αφορούν πια το ενοίκιο (αφού δεν θα έχουμε μίσθωση), αλλά τη συμμετοχή στο εταιρικό κεφάλαιο, δηλαδή πόσα χρήματα θα βάλει ο επενδυτής και τι ποσοστό θα πάρει, το μέρισμα, δηλαδή πώς θα διανέμονται τα κέρδη από τη λειτουργία του χιονοδρομικού κέντρου, τον έλεγχο της μειοψηφίας, ο οποίος θα γίνεται με τον τρόπο που προβλέπεται για τις ανώνυμες εταιρείες κ.λπ. Μια τέτοια εταιρεία θα πρέπει να είναι διαρθρωμένη με τρόπο, ώστε να μην υπάγεται στον δημόσιο τομέα και να μην απαιτούνται οι χρονοβόρες διαδικασίες του ΑΣΕΠ για την πρόσληψη του προσωπικού, του ν. 4412/2016 για τις προμήθειες ή του δημοσίου λογιστικού (ν. 4270/2014) για τις δαπάνες και τον προϋπολογισμό.
Το νομοθετικό οπλοστάσιο που μπορεί να αξιοποιηθεί για τέτοιου είδους συμπράξεις περιλαμβάνει και τους ν. 3389/2005 (συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα) και 4413/2016 (συμβάσεις παραχώρησης). Η προκήρυξη του σχετικού διαγωνισμού πρέπει να περιέχει όρους, οι οποίοι διασφαλίζουν την εποπτεία επί της επένδυσης χωρίς, όμως, αυτή να γίνεται με τρόπο γραφειοκρατικό, αλλά και να είναι ελκυστικές για επενδυτές, επιτρέποντας τη λειτουργία της επένδυσης με όρους ιδιωτικής οικονομίας.
Γιατί θα είναι κάτι τέτοιο χρήσιμο; Επειδή ο ιδιώτης επενδυτής ξέρει πώς να συνδυάσει και να αξιοποιήσει τους παραγωγικούς του πόρους καλύτερα από το Δημόσιο - αυτή είναι η δουλειά του και πάνω σ' αυτή τη γνώση μπορεί να προσδοκά το κέρδος του. Μπορεί πολύ πιο εύκολα να προσλάβει και να αξιολογήσει ο ίδιος το προσωπικό που θα προσληφθεί, χωρίς να χρειάζεται ούτε να μπει σε συναλλαγή/ ρουσφέτι, ούτε να ακολουθήσει μια μακρόσυρτη διαδικασία μέσω ΑΣΕΠ. Μπορεί να διαφημίσει το χιονοδρομικό κέντρο με αποκλειστικό κριτήριο την αποτελεσματικότητα της διαφήμισης. Μπορεί να κρίνει καλύτερα την επένδυση που πρέπει να γίνει και να βρει τον καλύτερο προμηθευτή στη σχέση κόστους/ ποιότητας, κάτι που είναι πολύ δύσκολο με τη διαδικασία των δημόσιων προμηθειών. Μπορεί να διαγνώσει καλύτερα τις ανάγκες της αγοράς και, στη συγκεκριμένη περίπτωση, το κοινό στο οποίο μπορεί να απευθύνεται και το οικονομικό του προφίλ, ώστε να προσαρμόσει αντιστοίχως και τις υπηρεσίες του. Επίσης, μπορεί να βρει τα χρήματα που απαιτούνται για να γίνουν σημαντικές επενδύσεις, που θα δώσουν μια φρέσκια πνοή στο χιονοδρομικό κέντρο, ένα νέο χαρακτήρα. Κυρίως, όμως, η επιτυχία ή αποτυχία της επενδυτικής προσπάθειας του ιδιώτη θα έχει άμεσο οικονομικό αντίκτυπο στον ίδιο και δεν θα έχει κανένα περιθώριο αδιαφορίας για αστοχίες ή ελλείψεις ή κακή εικόνα του χιονοδρομικού κέντρου προς τους επισκέπτες και τους τρίτους - και αυτά δεν είναι θεωρία απλώς, σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις ιδιωτικοποιήσεων έχουμε δει κατακόρυφη αύξηση στο επίπεδο των υπηρεσιών που παρέχονται.
Και εμείς; Ο Δήμος, το Κράτος; Τι θα χάσουμε; Δεν είναι ξεπούλημα αυτό; Την ερώτηση αυτή μου απηύθηνε, πολύ εύστοχα, ο Χρήστος Μίμης στη συνέντευξη που μου πήρε για τον Star-FM. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό ξεκινά από το τι είναι αυτό που δεν θα κερδίσει πλέον το Δημόσιο: στην πραγματικότητα, το μόνο που παραχωρούμε είναι τα εισιτήρια και το κέρδος από αυτά. Όμως αυτό που μας ενδιαφέρει στο χιονοδρομικό κέντρο δεν είναι να εισπράττουμε εισιτήρια, δεν είναι αυτή η δουλειά ούτε του Κράτους, ούτε της τοπικής αυτοδιοίκησης. Αυτό που έχει σημασία είναι να προσελκύει το χιονοδρομικό κέντρο κόσμο στην περιοχή μας. Ο κόσμος αυτός θα κοιμηθεί στα ξενοδοχεία μας, θα φάει στα εστιατόριά μας, θα εξυπηρετηθεί από τις επιχειρήσεις μας, θα γνωρίσει τον τόπο μας. Αυτό το κέρδος μένει σ' εμάς, μένει στον τόπο. 
Και εκεί ακριβώς τοποθετείται το τελικό ερώτημα: η περιοχή μας συνολικά πώς ωφελείται; Με τη διαχείριση του χιονοδρομικού κέντρου από κρατικό φορέα; Ή με τη σύμπραξη με την αγορά; Αν την ωφέλεια μας την φέρει ένας ιδιώτης (όπως δείχνει η πράξη ότι γίνεται), καλώς να μας έλθει!

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2023

Δυνατότητες στον πρωτογενή τομέα

Κάποτε στα Γρεβενά έβοσκαν πάνω από ένα εκατομμύριο (1.000.000) πρόβατα. Κάποτε ο Τσάνταλης αγόραζε τα σταφύλια από τα αμπέλια στους Μαυραναίους, το Μαυρονόρος και το Κοσμάτι. Σήμερα γρεβενιώτικα προϊόντα, όπως φακές και ρεβύθια, βρίσκονται σε όλη την Ελλάδα. Τα τυριά της περιοχής μας είναι από τα καλύτερα, το κρέας που παράγεται εξαιρετικό. Αγρότες και κτηνοτρόφοι με πραγματικό μεράκι παράγουν προϊόντα αξιοζήλευτα, που θα έπρεπε να βάλουν τα Γρεβενά στον χάρτη. Ενώ πολλοί καταναλωτές στην Ελλάδα αγοράζουν γρεβενιώτικο προϊόν ξέρουν ότι θα είναι υψηλής ποιότητας, δεν έχουμε προχωρήσει στο επόμενο στάδιο, να αναζητούν οι καταναλωτές ενεργητικά κάτι που να προέρχεται από τα Γρεβενά. Πώς θα μπορούσε αυτό να αλλάξει; Με τεχνική εξειδίκευση, αξιοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων  της περιοχής και ιδίως των συγκριτικών μας πλεονεκτημάτων και τυποποίηση.

Η τεχνική εξειδίκευση ενισχύεται είτε από τη λειτουργία τεχνικών/ επαγγελματικών σχολών, είτε από τη μαθητεία σε επιχειρήσεις που έχουν ήδη διακριθεί στον κλάδο. Σε επίπεδο επαγγελματικών σχολών, θα βοηθούσε η παρουσία και η διασύνδεση με τις επιχειρήσεις σχολών που έχουν ως αντικείμενο την τυροκομία ή την αμπελουργία/ οινοτεχνία, ενώ η λειτουργία υγιών επιχειρήσεων στους κλάδους αυτούς θα έφερνε πίσω και συμπατριώτες μας που έχουν δουλέψει για τις μεγαλύτερες και καλύτερες επιχειρήσεις γαλακτομικών προϊόντων ή οινοποιΐων στην Ελλάδα και την αξιοποίηση της τεχνογνωσίας τους.

Οι παραγωγικές δυνατότητες της περιοχής είναι σε μεγάλο βαθμό παραμελημένες. Δυνατότητες καλλιέργειας σε ορεινούς ή ημιορεινούς όγκους έχουν σε μεγάλο βαθμό παραβλεφθεί. Ιδίως τα οπωροφόρα δένδρα καλλιεργούμενα σε υψόμετρα θα έχουν διαφορετικό χρόνο συγκομιδής των καρπών τους, σε σχέση με τους αντίστοιχους στην υπόλοιπη χώρα, με αποτέλεσμα μέσα στο χρόνο να κατέχουν σχεδόν μονοπωλιακή θέση στην αγορά σε όλη την Ελλάδα. Σε πολλές περιπτώσεις πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο αναδασμών ή συνεταιριστικής δημιουργίας μεγάλων αγροτικών μονάδων, ώστε η καλλιέργεια να ομογενοποιείται και να εξασφαλίζονται σημαντικές οικονομίες κλίμακος, που θα μειώνουν το κόστος.

Τέλος, ένα βασικό συγκριτικό πλεονέκτημα που έχουμε και δεν αξιοποιούμε είναι το νερό: έχουμε τη δυνατότητα να αρδεύσουμε κάθε στρέμμα καλλιεργήσιμης γης στον νομό μας, ειδικά στις πεδινές περιοχές. Το Ταμείο Ανάκαμψης περιέχει σημαντικά κονδύλια για εγγειοβελτιωτικά έργα, τα οποία είναι σημαντικό να αξιοποιηθούν. Η αξία και οι παραγωγικές δυνατότητες της γης μπορούν να πολλαπλασιασθούν. 

Όλα τα παραπάνω, όμως, πρέπει να συνδυάζονται και με εξωστρέφεια. Στη Zootechnia που λήγει σήμερα η παρουσία επιχειρήσεων από τον τόπο μας είναι ελάχιστη. Δεν αρκεί να παράγουμε καλά προϊόντα, πρέπει να το δείχνουμε κιόλας. Τα προϊόντα του τόπου μας είναι τόσο καλά, και μπορούν να γίνουν ακόμη καλύτερα, που η προβολή τους θα πολλαπλασιάσει την οικονομική τους αξία σε βαθμό που δεν φανταζόμαστε. Σ' αυτό παίζει σημαντικό ρόλο και η τυποποίηση - η οποία θα οδηγήσει όχι μόνο σε προϊόντα περισσότερο εμφανίσιμα και αναγνωρίσιμα, αλλά και στη διασφάλιση της ποιότητάς τους.

Είναι απολύτως εφικτό να χτίσουμε ένα καλό όνομα στα προϊόντα του πρωτογενούς τομέα, με δεδομένο ότι ήδη πρωτοπόρες επιχειρήσεις του τόπου μας τιμούν την περιοχή με την ποιότητα των προϊόντων τους. Έχουμε πολύ καλά παραδείγματα και πρακτικές να ακολουθήσουμε και από την υπόλοιπη Ελλάδα, αλλά και από τον τόπο μας.